- ραγιαδισμός
- ο, Νη ιδιότητα και η συμπεριφορά τού ραγιά, δουλικότητα, αναξιοπρέπεια.[ΕΤΥΜΟΛ. < ραγιάδες, πληθ. τού ραγιάς + -ισμός*. Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Ακρόπολις].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ραγιαδισμός — ο η συμπεριφορά του ραγιά (βλ. λ.), η δουλικότητα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek
πτωχοπροδρομισμός — ο, Ν 1. η ιδιότητα που αρμόζει στον Πτωχοπρόδρομο, προσωνυμία που δόθηκε στον ποιητή τού 12ου αιώνα Θεόδωρο Πρόδρομο λόγω τού χαρακτήρα του, μεμψιμοιρία, γκρίνια, κλάψα, μουρμούρα 2. δουλοπρέπεια, ραγιαδισμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < Πτωχοπρόδρομος +… … Dictionary of Greek